- ἐπιτυχεστέρα
- ἐπιτυχεστέρᾱ , ἐπιτυχήςhitting the markfem nom/voc/acc comp dualἐπιτυχεστέρᾱ , ἐπιτυχήςhitting the markfem nom/voc comp sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπιτυχεστέραν — ἐπιτυχεστέρᾱν , ἐπιτυχής hitting the mark fem acc comp sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Τουέν, Μαρκ — (Twain, ψευδώνυμο του Samuel Langhorne Clemens, Φλωρίδα, Μιζούρι 1835 – Ρέντινγκ, Κονέκτικατ 1910). Αμερικανός συγγραφέας. Ο θάνατος του πατέρα του τον ανάγκασε να διακόψει όταν ακόμα ήταν 12 ετών, το σχολείο και να εργάζεται για να ζήσει ως… … Dictionary of Greek